Μετά τον Μαρξ, η έννοια του όρου Ιδεολογία δεν εκλαμβάνεται πια ως επιστήμη της γένεσης των ιδεών, αλλά ως σύστημα ιδεών που διαστρεβλώνει την πραγματική σύνδεσή της με την πραγματικότητα.
Ο Eco μιλάει για συνειδητή μεταστροφή των κωδίκων, ο Engels για συνειδητή διαδικασία αλλά με ψευδή συνείδηση, ενώ ο Jaspers για σύμπλεγμα σκέψεων και αναπαραστάσεων που εμφανίζεται ως Απόλυτη Αλήθεια προκαλώντας αυταπάτη και απόκρυψη της αληθινής αλήθεια.
Η μεταποίηση μιας πραγματικότητας ή ενός μηνύματος σε ιδεολογία γίνεται μέσω μιας διαδικασίας υπερκωδικοποίησης. Οι αληθοφανείς προκείμενες, η μερικότητα του σημασιολογικού πεδίου αλλά και η «αληθής» ή και έγκυρη επιχειρηματολογία μετάβασης που παρουσιάζει την άποψη ως μόνη αληθινή, συγκροτούν αυτή την μεταστροφή των κωδίκων. Αποτέλεσμα της ιδεολογικής διαδικασίας είναι η παραγωγή μιας ανεστραμμένης εικόνας της πραγματικότητας. Βάλλεται, δηλαδή, η ίδια η αντίληψη και η γνώση για την πραγματική πραγματικότητα.
Ο Althusser καταδεικνύει την υλική υπόσταση της ιδεολογίας μέσα από συγκεκριμένες πράξεις και τελετουργίες. Μιλάει για αντιστροφή της παραδοσιακής μαρξιστικής προσέγγισης (ως απλή αντανάκλαση μιας συνείδησης που καθορίζεται από την ταξική θέση), με αποτέλεσμα η ιδεολογία να αποτελεί ένα αυτόνομο πεδίο παραγωγής συνείδησης των ανθρώπινων όντων.
Η ιδεολογία προκειμένου να υπηρετήσει το εκάστοτε σύστημα που κάθε φορά τη γεννά, παράγει ψευδείς συνειδήσεις που αναπαράγουν το ίδιο της το έργο.
Η ιδεολογία καθεαυτή είναι αν-ιστορική, έχει, δηλαδή, μια «άπαξ διαπαντός» δοσμένη δομή. Καθώς εμπεριέχει, μέσα στο κέντρο της, την έννοια του Μοναδικού ή Απόλυτου Υποκειμένου που έχει τη δυνατότητα να εγγυάται το ίδιο του το νόημα, καταλήγει να οργανώνει τα άτομα σε υποδεέστερα υποκείμενα δημιουργώντας τους την πεποίθηση ότι αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου υπερ-σχεδίου κι έτσι κατορθώνει όχι μόνο να αλλοιώνει την πραγματική φύση των συνθηκών ύπαρξής τους, αλλά και να δημιουργεί μια «φανταστική», ψευδή σχέση απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό...