Πέμπτη 22 Μαΐου 2008

ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ - ΕΙΔΙΚΗ ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ - ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ

Περίσταση Επίτευξης είναι μια περίσταση όπου το άτομο θέτει στόχους που αφορούν στην ολοκλήρωση – πραγμάτωση ενός έργου, γνωστικών ή άλλων δεξιοτήτων ή συνδυασμός αυτών. Το άτομο επίσης έχει επίγνωση ότι το έργο του και οι επιμέρους προσπάθειες και διαδικασίες που διαδοχικά οδηγούν στην περάτωση του έργου θα αξιολογηθούν με κάποια τυπικά, άρα αντικειμενικά κριτήρια ποιότητας. Κάθε κατάσταση όπου ορίζεται ένα συγκεκριμένο έργο, με συγκεκριμένους στόχους, σχεδιάζεται και οργανώνεται η όλη διαδικασία και τα επιμέρους στάδιά της, και προσδιορίζονται τα κριτήρια αξιολόγησης και οι δεξιότητες που αξιολογούνται, μιλάμε για μια ειδική περίσταση επίτευξης. Και σε αυτήν ακριβώς την περίπτωση είναι που εξετάζουμε το κίνητρο ή Τάση για Επίτευξη Επιτυχίας (Ts). Όταν δεν υπάρχουν μαζί οι παραπάνω παράγοντες, το συγκεκριμένο έργο, οι στόχοι, η διαδικασία εκπόνησης του έργου και προσέγγισης των στόχων, τα κριτήρια και η μέθοδος αξιολόγησης, τότε μιλούμε για μια γενική κατάσταση επίτευξης, όπου υπάρχει μια αόριστη και ενδεχόμενη διαδικασία προσέγγισης κάποιων γενικών και απροσδιόριστων στόχων, και κατά συνέπεια δεν υφίσταται κάποια διαδικασία αξιολόγησης ούτε φυσικά τα κριτήρια αξιολόγησης. Σε μια τέτοια περίπτωση, το άτομο ή τα άτομα που εμπλέκονται διαιωνίζουν μια κατάσταση στασιμότητας και έλλειψης προόδου, όσον αφορά τη μάθηση – μόρφωση ή όποια άλλη διαδικασία επίτευξης, αφού δεν τίθεται η στοχοθεσία και το ειδικό έργο προς επίτευξη, άσχετα αν υπάρχει μια, έστω γενική, προθετικότητα.
Μια γενική περίσταση επίτευξης ίσως είναι απαραίτητη σε ένα εισαγωγικό στάδιο προετοιμασίας για την εκπόνηση ενός έργου και τον προσδιορισμό εν ευθέτω χρόνω των στόχων προς επίτευξη. Σαφώς, όμως, το ουσιαστικό στάδιο, αυτό που είναι καθοριστικό για την εξέλιξη και την πρόοδο του ατόμου ή ενός μορφωτικού εγχειρήματος είναι το πέρασμα σε μια ειδική περίσταση επίτευξης. Σε σύνδεση με το δικό μας μορφωτικό εγχείρημα, αυτό σημαίνει ότι πρέπει σε ένα επόμενο στάδιο να οριστούν τα γνωστικά αντικείμενα, συγκεκριμένα επιμέρους θέματα, να προσδιοριστούν συγκεκριμένοι στόχοι, μετρήσιμοι, σε σχέση με αυτά, και να αναληφθούν ειδικά έργα προς εκπόνηση με ορισμένα κριτήρια και διαδικασία αξιολόγησης. Γι’ αυτό, θα πρέπει σταδιακά να προσανατολιζόμαστε προς την ανάληψη διαδικασιών που αφορούν σε μια ειδική περίσταση επίτευξης, καθώς επίσης και στις προπαρασκευαστικές διαδικασίες δοκιμής και πλάνης, με τις κατάλληλες αμοιβές ή άλλες πρακτικές ενθάρρυνσης και ενίσχυσης.
ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ
Η Πιθανότητα Επιτυχίας αφορά στη προσδοκία και την εκτίμηση του ατόμου για την ευόδωση ενός έργου. Επομένως έχει έναν υποκειμενικό χαρακτήρα. Ωστόσο, η επιστήμη, στο βαθμό που είναι γνώση του γενικού και αποσκοπεί στην εξαγωγή γενικών και σταθερών συμπερασμάτων, με βάση αντικειμενικά κριτήρια και μεθόδους, δεν αρκείται στην υποκειμενικότητα μιας κατάστασης και προσπαθεί να την ορίσει όσο το δυνατό με μεγαλύτερη σαφήνεια και εγκυρότητα. Έτσι κατά τον Tolman η δημιουργία προσδοκίας επηρεάζεται κυρίως από τις αμοιβές που δίνονται στην αρχή και το τέλος των δοκιμών, και αυξάνεται όσο αυξάνονται και οι αμειφθείσες δοκιμές για την επίτευξη του έργου. Συνεπώς εδώ μπαίνει κι ένας εξω-υποκειμενικός παράγοντας, το κοινωνικό και μαθησιακό περιβάλλον, αφού αυτό θέτει τις αμοιβές και τις προκαταρκτικές δοκιμασίες. Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι για την επίτευξη ενός έργου, είναι αναγκαίες ορισμένες προπαρασκευαστικές διαδικασίες δοκιμής και πλάνης, με αντίστοιχες πρακτικές ενθάρρυνσης και ενίσχυσης, για τη συνέχιση και ολοκλήρωση του έργου. Τέλος, προχωρώντας ακόμη περισσότερο προς την κατεύθυνση προσδιορισμού αντικειμενικών κριτηρίων και μεθόδων μέτρησης, ο Atkinson εισάγει τον υπολογισμό των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του το άτομο για την επίτευξη άλλων ατόμων σε μια δοσμένη περίσταση. Στόχος τέτοιων επιστημονικών μεθόδων είναι να διατηρηθεί σταθερή υπό διάφορες συνθήκες η υποκειμενική εκτίμηση της πιθανότητας επιτυχίας. Η εν λόγω μέθοδος δεν είναι άλλη από την επαγωγική γενίκευση, η πορεία από το μερικό – εδώ το άτομο υποκείμενο – στο γενικό, στην κατατεθειμένη εμπειρία, στο κοινωνικό περιβάλλον ή σύνολο.